Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Τα «Καμηλούδια» - Ένα έθιμο της Καθαράς Δευτέρας από το Σουφλί της Θράκης



Κατά την Καθαρά Δευτέρα, καθώς και κατά τις κοντινές της ημέρες, σε όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας, συναντάμε αρκετά έθιμα, εορτές και δρώμενα, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνδέονται με αυτόν την μεγάλη εορτή. Ιδιαίτερα στην Θράκη, τα έθιμα της Καθαράς Δευτέρας, και της Αποκριάς, είναι πάμπολλα, και σε κάθε χωριό και οικισμό πραγματοποιούνται στην διαφορετική, τοπική εκδοχή τους. 

Στο Σουφλί, αν και τα τελευταία 50 χρόνια δεν συνεχίζουν να πραγματοποιούνται τέτοιου είδους παραδοσιακά αποκριάτικα και σατυρικά έθιμα, ωστόσο κατά το παρελθόν η παρουσία τους εδώ ήταν κάτι περισσότερο από εμφανής. Όπως και στον Κιοπέκ – Μπέη, έτσι και στα Καμηλούδια υπάρχει ο θίασος τον οποίο διέπει μια ιδιότυπη ιεραρχία. Ο αρχηγός ήταν ο «Καμηλάρης» και οι υπόλοιποι άνδρες ήταν τα «Καμηλούδια». Ο αρχηγός κρατούσε ένα γερό ρόπαλο, και ήταν περιζωσμένος με διαφόρων μεγεθών κουδούνια. Όλοι είχαν μαυρίσει τα πρόσωπα τους με κάρβουνο, ή τα είχαν κολλημένα με μαύρα πανιά. Από τη μέση και πάνω ήταν ντυμένοι με προβιές και στη μέση ήταν δεμένοι με τριχιές. Ο τελευταίος κρατούσε ένα μεγάλο καλάθι, ή άλλοτε το κρατούσαν δύο παιδιά. 

Τα «Καμηλούδια» περιφέρονταν μέσα στους δρόμους και υποκριτικά καταπίεζαν όποιον συναντούσαν και τον υποχρέωναν να φιλήσει το ρόπαλο στο «στούμπου», δηλαδή στην απόληξη του. Αν δεν φιλούσε το ρόπαλο έπρεπε να καταβάλει ένα χρηματικό ποσό «τζερεμέ» μετά από εμπαιγμό. Στην «Καλαθήνα» οι νοικοκυραίοι έβαζαν διάφορα τρόφιμα. Λουκάνικα, καβουρμά, παστουρμά, παστό, κλπ. Με τα λεφτά από τους «Τζερεμέδες» συμπλήρωναν την ποσότητα των τροφίμων αγοράζοντας περισσότερα, και το μεσημέρι άπλωναν σε μια αλάνα τις «μισάλες» και επιδίδονταν σε ένα ξέφρενο γλέντι. Πριν αρχίσει το φαγοπότι ο αρχηγός «Καμηλάρης» συγκέντρωνε εκεί όσους ήταν μαλωμένοι μεταξύ τους, και τους έβαζε να αλληλοσυγχωρεθούν. Αφού «σ’χουρνιώνταν» ακολουθούσε μεγάλο φαγοπότι.


Το έθιμο αυτό, σύμφωνα με μαρτυρίες, σταμάτησε να πραγματοποιείται στο Σουφλί περίπου στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, καθώς σιγά σιγά – όπως λένε οι παλαιότεροι – άρχισε να φαίνεται ως «ξεπερασμένο» και «αναχρονιστικό» στα μάτια της τότε νεολαίας, και συνεπώς σταμάτησε να πραγματοποιείται. 

*Από το βιβλίο «Λαϊκές Παραδόσεις του Σουφλίου» του Ζήση Φυλλαρίδη 

Δευτέρα 19 Μαΐου 2014

Τουρκικές & Σλαβικές Λέξεις στην Τοπική Διάλεκτο του Σουφλίου





Η τοπική διάλεκτος του Σουφλίου, η οποία είναι μέρος του Θρακιώτικου γλωσσικού ιδιώματος της Ελληνικής γλώσσας, είναι μια από τις πλουσιότερες ανά την Ελλάδα. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από την πληθώρα ξένων λέξεων δανείων που παρουσιάζονται μέσα σε αυτή. Το παρόν κείμενο φιλοδοξεί να συγκεντρώσει τις περισσότερες από αυτές, και έτσι η οποιαδήποτε παράληψη δεν αποτελεί λάθος, αλλά έναυσμα για περισσότερη έρευνα.


Λέξεις – δάνεια από την Τουρκική γλώσσα


Αγ’ρντίζου = Στραμπουλίζω [Τουρκ.: Ağırmak]
Αζγκ’νκους = Ζωηρός [Τουρκ.: Azgın]
Αλατζιάτ’κους = Πολύχρωμος [Τουρκ.: Alaca]
Αλτσιάκς = Φοβητσιάρης [Τουρκ.: Alçak]
Ανατ’ρντίζου = Καθοδηγώ, επεξηγώ [Τουρκ.: Anmak]
Αντέτ’ = Έθιμο [Τουρκ.: Adet]
Απτάλς = Κουτός [Aptal]
Αραλ’κ = Χώρισμα, χαραματιά [Τουρκ.: Aralık]
Αραμπάς = Αμάξι [Τουρκ.: Araba]
Αρντ’τσ’= Κέδρος [Τουρκ.: Ardıç]
Αρτ’κ = Πια [Τουρκ.: Artık]
Αρτ’ρμάς= Πλειοδοσία, αύξηση [Τουρκ.: Artırmak]
Άσ’λ = Αυθεντικό, καθ’ αυτό [Τουρκ.: Asıl]
Ατσικ’γκιόηζ= Ανοιχτομάτης, ανοιχτόμυαλος [Τουρκ.: Açıkgöz]
Ατσίκ’κου = Ανοιχτό εργαλείο [Τουρκ.: Açık]
Αυτζής = Κυνηγός [Τουρκ.: Avcı]
Αχλαντίζου = Αναστενάζω [Ahlamak]
Αχτσής = Μάγειρας [Τουρκ.: Ahçı]
Β’ντάν’ = Νέος βλαστός [Τουρκ.: Fidan]
Γιαγκ’ν’ = Πυρκαγιά [Τουρκ.:  Yangın]
Γιάρ’ = Γκρεμός [Τουρκ.: Yar]
Γιαμάτσ’ = Έδαφος με κλήση [Τουρκ.: Yamaç]
Γιαμούκ’κου = Κακοσχηματισμένο [Τουρκ.: Yamuk]
Γιαμουρλούκα = Κάπα [Τουρκ.: Yağmurluk]
Γιαπρακτσής = Εργάτης στη σηροτροφία [Τουρκ.: Yaprakçı]
Γιατάκ’ = Κρεβάτι [Τουρκ.: Yatak]
Γιατ’κ = Ξύλινο δοχείο νερού [Τουρκ.: Yatık]
Γκιμπρίτια = Σπίρτα [Τουρκ.: Gibrit]
Γκιόλ’ = Λίμνη [Τουρκ.: Göl]
Γιούρτ’ =Περιβόλι [Τουρκ.: Yurt]
Γκζαν’ = Παιδάκι [Τουρκ.: Kızan]
Γκιβριντίζου = Ξεροψήνω [Τουρκ.: Gevremek]
Ζαβάλς = Κακομοιριασμένος, φτωχός [Τουρκ.: Zavallı]
Ζαμάν’ = Καιρός [Τουρκ.: Zaman]
Ζιαφέτ’ = Γιορτή, διασκέδαση [Τουρκ.: Ziyafet]
Καβάκ’ = Λεύκη [Τουρκ.: Kavak]
Καϊνάκ’ = Βαρύ, σκληρό έδαφος [Τουρκ.: Kaynak]
Καλαμπαλ’κ = Φασαρία [Τουρκ.: Kalabalık]
Καλέμ’ = Κοπίδι πέτρας [Τουρκ.: Kalem]
Καλπαζανς = Τεμπέλης [Τουρκ.: Kalpazan]
Καμάς = Σφήνα [Τουρκ.: Kama]
Καμπάδ’κους = Μαλακός [Τουρκ.: Kaba]
Καράρ’ = Απόφαση [Τουρκ.: Karar]
Καντ΄να = Κυρά [Τουρκ.: Kadın]
Καπάν’ = Παγίδα [Τουρκ.: Kapan]
Καπτώ = Αρπάζω [Τουρκ.: Kapmak]
Καρσί = Αντίκρυ [Τουρκ.: Karşı]
Καρσ’λαντίζου = Συναντώ [Τουρκ.: Karşılamak]
Κασνάκ’ = Κάθετη πλευρά κάσας [Τουρκ.: Kasnak]
Κατής = Δικαστής [Τουρκ.: Katı]
Κελεμπέκ’ = Πεταλούδα [Τουρκ.: Kelebek]
Κιρχανατζής = Αργόσχολος [Τουρκ.: Kıraathaneci]
Κατσιουρντώ = Μου ξεφεύγει κάτι [Τουρκ.: Kaçırmak]
Κιούπ’ = Πιθάρι [Τουρκ.: Küp]
Κ’σκ’βράκ’ = Στενά [Τουρκ.: Kıskıvrak]
Κ’τ’κου = Ελλιπές, ανεπαρκές [Τουρκ.: Kıt]
Κοτσ’ = Κριάρι [Τουρκ.: Koç]
Κουπαρντώ = Αποκόπτω [Τουρκ.: Koparmak]
Κουσιάζου = Τρέχω [Τουρκ.: Koşmak]
Καφτάν’ = Πανωφόρι της γυναικείας φορεσιάς [Τουρκ.: Kaftan]
Λέλιακας = Πελαργός [Τουρκ.: Leylek]
Μασάλ’ = Διήγηση, Παραμύθι [Τουρκ.: Masal]
Μαξούλ’ = Σοδειά = [Τουρκ.: Mahsul]
Μαστραπάς = Κύππελο [Τουρκ.: Maşrapa]
Μπαλκάν’ = Δασώδεις τοποθεσία [Τουρκ.: Balkan]
Μπαμπατζιάνς = Μεγαλόσωμος [Τουρκ.: Babacan]
Μπάσ’παρμάκ’ = Αντίχειρας [Τουρκ.: Başparmak]
Μπέτ’κους = Άσχημος [Τουρκ.: Bet]
Μπινάς = Κτήριο [Τουρκ.: Bina]
Μπιντένα = Μάλλινο φόρεμα [Τουρκ.: Beden]
Μπιτιούν’κου = Ολόκληρο [Τουρκ.: Bütün]
Μπορτσ’ = Χρέος, χρωστούμενο = [Τουρκ.: Borç]
Μπόσ’κους = Άδειος [Τουρκ.: Boş]
Μπουγάζ’ = Το πέτρινο στόμιο του πηγαδιού [Τουρκ.: Boğaz]
Μπουγαζλαμάς = Πάθηση του λαιμού [Τουρκ.: Boğazalamak]
Μπούζ’ = Πάγος [Τουρκ.: Buz]
Μπουζχανάς = Παγοποιείο [Τουρκ.: Buzhane]
Μπουνακλαντώ = Ξεμωραίνομαι [Τουρκ.: Bunamak]
Μπουνάκς = Ξεμωραμένος, κουτός [Τουρκ.: Bunak]
Νισιαντίρ’ = Χλωριούχο Αμμώνιο [Τουρκ.:  Nışadır]
Νταλντώ = Μπαίνω, χώνομαι [Τουρκ.: Dalmak]
Ντερτ’ = Πόνος, καημός [Τουρκ.: Dert]
Ντιβιρντώ = Γέρνω, αναποδογυρίζω [Τουρκ.: Devirmek]
Ντικάτ’= Προσοχή [Τουρκ.: Dikkat]
Ντικ-Ντικινέ = Κατακόρυφα [Τουρκ.: Dik Dikine]
Ντούζ’κους = Ίσιος [Τουρκ.: Düz]
Ντουμάν’= Καπνός, κάπνα [Τουρκ.: Duman]
Ξισκανίζου = Ζηλεύω [Τουρκ.: Kıskanmak]
Ουρακτσής = Θεριστής [Τουρκ.: Orakçı]
Ουρταλ’κ = Πληθώρα [Τουρκ.: Ortalık]
Ουτέμπιρι = Πέρα δώθε [Τουρκ.: Öte Biri]
Ουτζιούζ’κους = Φθηνός [Τουρκ.: Ucuz]
Πισ’μανεύου = Μετανιώνω, αλλάζω γνώμη [Τουρκ.: Pişman]
Ρ’μαν’ = Πυκνή λόχμη [Τουρκ.: Orman]
Σαβουρντώ = Ρίχνω [Τουρκ.: Savurmak]
Σέμτ’ = Γειτονιά [Τουρκ.: Semt]
Σιαλβάρ’ = Παντελόνι [Τουρκ. Şalvar]
Σαμπάχλαϊ = Πρωί πρωί [Τουρκ.: Sabahleyin]
Σαντράτσ’ = Σχέδιο καρό [Τουρκ.: Satranç]
Σιάρπ’κου = Σκληρό [Τουρκ.: Sarp]
Σιασιρντίζου = Αναστατώνομαι [Τουρκ.: Şaşırmak]
Σιουτζιούκ’ = Λουκάνικο [Τουρκ.: Sucuk]
Σκιουμπιά = Κοιλιά [Τουρκ.: Işkembe]
Σουμούν’ = Ψωμί [Τουρκ.: Somun]
Σοουκλαντώ = Κρυώνω, αρρωσταίνω από το κρύο [Τουρκ.: Soğukmak]
Σ’νί = Στρόγγυλος μεταλλικός δίσκος [Τουρκ.: Sini]
Ταμπιέτ’ = Συνήθεια  [Τουρκ.: Tabiyet]
Τέκ’κους = Μονός [Τουρκ.: Tek]
Τζιαναμπέτς = Κακότροπος, ανάποδος [Τουρκ.: Cenabet]
Τζιόπ’ = Ξύλο, παλούκι [Τουρκ.: Cop]
Τιουτιούν’ = Καπνός ψιλοκομμένος [Τουρκ.:  Tütün]
Τοπούζ’ = Ρόπαλο [Τουρκ.: Topuz]
Τσιαίρ’ = Λιβάδι [Τουρκ.: Çayır]
Τσιακτίζ’ = Λαμποκοπάει [Τουρκ.: Çakmak]
Τσιάμ’ = Πεύκο [Τουρκ.: Çam]
Τσιαμασίρ’ = Εργαλείο [Τουρκ.: Çamaşır]
Τσιαμουρλούκ’ = Λασπουριά [Τουρκ.: Çamurluk]
Τσιαπράζ’ = Μεταλλικό δόντι στριμμένο [Τουρκ.: Çapraz]
Τσιουράκ’ = Μαθητευόμενος [Τουρκ.: Çırak]
Τσιουράπ’ = Κάλτσα [Τουρκ.: Çorap]
Τσιουσμές = Βρύση [Τουρκ.: Çeşme]
Τσιαρπάλια = Ξερά λιανόκλαδα [Τουρκ.: Carpal]
Τσιαρσί = Αγορά [Τουρκ.: Çarşı]
Τσιουρβάς = Σούπα [Çorba]
Τρουβάς = Σάκος [Τουρκ.: Torba]
Τ’πκου = Ίδιο [Τουρκ.: Tıpkı]
Φιτφάς = Ο ξαφνιάζων [Τουρκ.: Fetva] – (Από τον Fetva, την ξαφνική παρέμβαση – γνωμοδότηση που μπορούσε να δώσει ο Μουφτής για την επιβολή κάποιου νόμου του Οθωμανικού κράτους)
Φουρλαντώ = Ρίχνω [Τουρκ.: Fırlamak]
Φυσέκ’ = Φυσίγγιο [Τουρκ.:  Fişek]
Χαϊβάν’ = Ζώο [Τουρκ.: Hayvan]
Χαϊάτ’ = Προαύλιος χώρος [Τουρκ.: Hayat]
Χαλκάς = Κρίκος [Τουρκ.: Halka]
Χαϊντούτς = Ανυπάκουος, ανυπότακτος [Τουρκ.: Haydut]
Χατζιάρα = Μαχαίρα [Τουρκ.: Haçer]
Χούϊ = Ιδιοτροπία [Τουρκ. Huy]
Χουσμέτ’ = Δουλειά του σπιτιού [Τουρκ.: Hizmet]

Χιτσ’ = Καθόλου [Τουρκ.: Hiç]


 Λέξεις – δάνεια από τις Σλαβικές γλώσσες

Αστριχιά = Περιθώριο του οικοπέδου μετά το κτίσμα [Αρχ. Σλαβωνική: Стреха ή Остреха, Βουλγαρική: Стряха, Τσεχική: Střecha]
Βιβιρίτσα = Σκίουρος [Σερβική: Veverica]
Βίτσα = Βέργα [Ρωσική: Вица]
Γέσ’κους = Σκαντζόχοιρος [Σερβική: Jež, Τσεχική: Ježek]
Γίζβα = Υπόγειο [Βουλγαρική: Изба, Τσεχική: Jizba ]
Γκλαβανή = Καταπακτή [Προέρχεται από την Σλαβική λέξη «Глава» που σημαίνει κεφάλι]
Γκρίμπας = Ραχιτικός, κουλουριασμένος [Βουλγαρική: Гърбав, Σερβική: Grbav]
Γκ’ρκ’ς = Λάρυγγας [Βουλγαρική: Гръклян, Σερβική: Grkljan]
Γκόλιαβους = Γυμνός [Αρχ. Σλαβωνική: Гол, Ρωσική: Голый]
Γκουμπούζα = Ξύλινη κούπα [Σερβική: Gubiza]
Γκουρτσιά = Αγριοαχλαδιά [Αρχ. Σλαβωνική: Горъце, Βουλγαρική: Горча – Πικρό στη
γεύση]
Γκουστιρίτσα, Γκουστέρα = Σαύρα [Βουλγαρική:Гущер, Σερβική: Gušter]
Γκτζιούν’ = Γουρούνι [Βουλγαρική: Гуца]
Γριντιά = Ξύλινο δοκάρι που βαστάζει την σκεπή [Βουλγαρική: Греда, Σερβική: Greda]
Ζαγκουντίνα = Χρηματικό κέρδος [Βουλγαρική: Изгода]
Ζάκατο = Έμβολο, αντικείμενο [Πολωνική: Ζakątek – Η Πολωνική είναι η μόνη επίσημη Σλάβικη γλώσσα στην οποία χρησιμοποιείται η λέξη, ενώ σε άλλες Σλαβικές γλώσσες χρησιμοποιείται μόνο σε διαλέκτους]
Ζάλαχους = Θόρυβος από ανθρώπινες φωνές [Βουλγαρική: Залая]
Ζακόν’ = Έθιμο [Βουλγαρική: Закон, Σερβική: Zakon]
Ζαμακώνω = Χώνω, εμβάλλω [Βουλγαρική: Замъквам]
Ζάπαρους = Ζεστή άπνοια, κουφόβραση [Βουλγαρική: Запаря]
Ζγκραμπατζώνω = Γρατζουνάω [Βουλγαρική: Зграпчвам, Τσεχική: Škrabánec ]
Ζιάπκους = Βάτραχος [Αρχ. Σλαβωνική: Жаб, Βουλγαρική: Жаба, Τσεχική: Żabka]
Ζιούμπλιακας = Μικροκαμωμένος, νάνος [Σερβική: Žabljak]
Ζούζουλου= Ενοχλητικό έντομο [Σλοβενική: Žuželke]
Καλέβρα = Παπούτσια (Φοριούνταν πριν το 1900) [Βουλγαρική: Калевра]
Κάσια = Χυλός, πλιγούρι [Βουλγαρική: Каша]
Κατσιούλα = Κουκούλα [Βουλγαρική: Качула]
Κόκουτας = Πετεινός [Αρχ. Σλαβονική: Кокотъ]
Κόλιαντα = Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα [Βουλγαρική: Коледа]
Κόντσκα = Πλαϊνό ξύλο της κρεβατίνας των κουκουλιών [Αρχ. Σλαβωνική: Конъчкиъ –δηλαδή «σύνορο», «άκρη» ]
Κόσα = Χορτοκοπτικό εργαλείο [Βουλγαρική: Косач]
Κοτσ’ = Αστράγαλος [Βουλγαρική: Кост, Σερβική: Kost]
Κουρνίτσα =
Κούχτιου = Τιποτένιος, ασήμαντος [Βουλγαρική: Кух]
Ματσί = Μικρό γατάκι [Σερβική: Mačka]
Μάτσιαγκους = Φοβισμένος, τρομαγμένος σαν το γατάκι [Σερβική: Mačak]
Μουλίτσ’ = Σκόρος [Βουλγαρική: Молец, Σερβική: Moljac]
Μουργκό, Μούργκιασμα = Σταχτί, μαύρο [Βουλγαρική: Мургав, Σερβική: Mrk]
Μουχρίτσα = Είδος χόρτου [Βουλγαρική: Мъх]
Μπάμπου = Γριά [Βουλγαρική: Баба]
Μπαστραβίτσα = Κρεατοελιά [Βουλγαρική: Брадавица, Σερβική: Bradavica]
Μπέλιους   = Άσπρος [Αρχ. Σλαβωνική: Бѣл, Σεβρική: Belac]
Μπιμπιρίτσα = Είδος καρυκεύματος [Σερβική: Bibernica]
Μπλούσναρους = Κισσός [Βουλγαρική: Бръслян, Σερβική: Bršljan]
Μπόντους = Το κεντρί της μέλισσας [Βουλγαρική: Бода]
Μπούλιου = Μεγάλη αδελφή [Βουλγαρική: Буля]
Μπουμπλιάτσ’κα = Βρωμούσα [Βουλγαρική: Буболечка]
Μπουμπρέκια  = Νεφρά [Βουλγαρική: Бъбрек, Σερβική: Bubreg]
Μπράτμους = Το πρωτοπαλίκαρο του γαμπρού [Αρχ. Σλαβωνική: Братръ, Βουλγαρική: Брат]
Μπρίτσ’κα = Μικρή άμαξα [Ρωσική- Βουλγαρική: Бричка, Πολωνική: Bryczka]
Ντάμ’κα = Κηλίδα [Βουλγαρική: Дамга]
Ντάμπλα = Ξύλινος δίσκος [Βουλγαρική: Табла]
Ντρίσκους = Γρήγορος και απότομος χορός [Βουλγαρική: Дрислив]
Πάϊαγκας = Αράχνη [Βουλγαρική: Паяк, Πολωνική: Pająk]
Πατέκα = Μονοπάτι [Ρωσική:Путь, Βουλγαρική: Пътека]
Πέγκα = Στίγμα, σημάδι [Σερβική: Pega]
Πλιατσ’κώνου = Καπακώνω, Σκεπάζω [Βουλγαρική: Пляскам]
Πούρτσιους = Τράγος [Βουλγαρική: Пръч, Σερβική: Prč]
Πουστάβ’ = Ξύλινο βαρελοειδές φορείο για την ασφαλή μεταφορά των σταφυλιών [Βουλγαρική: Поставка, δηλαδή «δοχείο»]
Ρίμπα = Ψάρι [Βουλγαρική: Риба]
Ρόπουτους = Φασαρία [Βουλγαρική: Ропот]
Σιάπκα = Καπέλο [Βουλγαρική: Шапка]
Σκαρκάλ’ = Ακρίδα [Βουλγαρική: Скакалец, Σερβική: Skakavac]
Σκ’πνια, Σκρίπνια = Τσιγκούνης [Αρχ. Σλαβωνική: Скрипати, Βουλγαρική: Скъперник, Σερβική: Škripati]
Σλάμα = Σανός, άχυρο [Βουλγαρική: Слама]
Σιαγκραβέτσ’ = Χαλαζόπτωση [Βουλγαρική: Суграшица, Σερβική: Sugradica]
Στρέκλους = Οίστρος [Σερβική: Štrkalj]
Τάλπα = Τάβλα, χοντρή σανίδα [Βουλγαρική: Талпа]
Τσέργα = Κουρελού, στρωσίδι [Βουλγαρική: Черга]
Τσιάτσ’κα= Φλιτζάνα [Βουλγαρική: Чашка]
Τσιούσ’κα = Καυτερή πιπεριά [Βουλγαρική: Чушка]
Τσινί = Πορσελάνινο πιάτο [Βουλγαρική: Чиния, Σερβική: Činija]
Τσιούκα = Ύψωμα, στοίβα [Βουλγαρική: Чука]



Λέξεις με  πιθανή Σλαβική προέλευση

Γκουρλώνω = Πνίγω, από την Βουλγαρική λέξη Гърло που σημαίνει λαιμός
Γκ’ρλα = Όταν γεμίζει το ποτήρι ή το σακί μέχρι επάνω, δηλαδή μέχρι το λαιμό. 
Πρέκνα = Πανάδα, εξάνθημα, προφανώς προέρχεται από το Βουλγαρικό Пръкна που σημαίνει κάτι που ξεφυτρώνει.
Ντουμπόλα = Ξύλινο δοχείο για την παραγωγή βουτύρου, προέρχεται την Βουλγαρική «Дъбов» (Dubov) που σημαίνει δρύινος, εφόσον δρύινα ήταν και τα ξύλινα δοχεία για την παραγωγή βουτύρου



[Πηγές]

- Κωνσταντίνος Μπάμιος τ. Καθηγητής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, «Τουρκικές λέξεις & Επώνυμα του Σουφλίου», Θεσσαλονίκη 2005
- Παναγιώτης Κυρανούδης Γλωσσολόγος, Επιλογές από το Σουφλιώτικο λεξικό, Τα Θρακικά
- Αριστείδης Α. Χριστοφόρου, Σουφλιώτικο Λεξιλόγιο


Σάββατο 12 Απριλίου 2014

Ιερός Ναός Αγίου Αθανασίου Σουφλίου - Ιερά Κειμήλια

                                       Εικόνισμα Αγίου Αθανασίου - Τέμπλο (Τέλη 19ου αιώνα)

                                         Εικόνισμα Παναγίας - Τέμπλο (Τέλη 19ου αιώνα)

                                 Εικόνισμα Αγίου Αθανασίου - Γυναικωνίτης (Αρχές 19ου αιώνα)

                                     Εικόνισμα Παναγίας - Γυναικωνίτης (Αρχές 19ου αιώνα)

                                                   Ιερό Δισκοπότηρο (Αρχές 19ου αιώνα)

                             Οικιακή ασημόσκεπη εικόνα Αγίου Νικολάου (Αρχές 19ου αιώνα)

    Οικιακή τρίπτυχη εικόνα της Παναγίας Βρεφοκρατούσας με τους Αρχαγγέλους (Μέσα 19ου αιώνα)

                                           Αγιογραφία της Παναγίας (Αρχές 19ου αιώνα)

                                               Εικόνισμα του Χριστού (Αρχές 19ου αιώνα)



                                                     Φωτογραφίες: Ζήσης Φυλλαρίδης
                                              

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Τοπωνύμια του Σουφλίου - Όλες οι παλιές ονομασίες - Του Ζήση Φυλλαρίδη

  

Οι τοπωνυμίες μιας περιοχής αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της τοπικής της ιστορίας, καθώς πολλές φορές η ονομασία ενός τόπου μας προδίδει και την αρχική της ιστορία ή τον χαρακτήρα της. Στο παρόν κείμενο γίνεται μια φιλόδοξη προσπάθεια να συγκεντρωθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους οι παλιές παραδοσιακές τοπωνυμίες του Σουφλίου. Αν και θα ήταν αδύνατον με την πρώτη μας έρευνα να μην παραλείψουμε έστω και μία τοπωνυμία, ωστόσο αυτό δεν θα αποτελέσει λάθος, αλλά αρχικά βήμα για να συγκεντρωθούν όσο το δυνατόν περισσότερες τοπωνυμίες, που ίσως να παραλείψαμε. 


1.       Αηλιάς – Δίδυμος λόφος δυτικά του Σουφλίου
2.       Αλάνια (Απλωσιές) – Αγροτική περιοχή Δυτικά του Σουφλίου
3.       Αλατζιάδες – Συνοικία του Σουφλίου
4.       Αλτσιάκια (Βαθύτοπος) – Αγροτική περιοχή
5.       Αλώνια – Αγροτική περιοχή
6.       Αγρουκάβακα (αγριολεύκες) – Αγροτική περιοχή
7.       Αντά Τεπέ (Κορυφή) – Αγροτική περιοχή
8.       Τ’ Αραμπατζή του πηγάδ’ – Αγροτική περιοχή
9.       Αρπατζιάνια (Κρεμμυδότοπος) – Αγροτική περιοχή
10.   Ασπρώσι – Αγροτική περιοχή
11.   Αποστόλ’ – Συνοικία του Σουφλίου
12.   Γαβρά – Αγροτική περιοχή βόρεια του Σουφλίου
13.   Γενή – Συνοικία του Σουφλίου
14.   Γελαδαριά – Πλατεία του Σουφλίου
15.   Γιαμάτσια (Πλαγιά) – Αγροτική περιοχή
16.   Γιρλίσιο (Ισιώματα) – Αγροτική περιοχή
17.   Γκαμάτσα – Δασική περιοχή
18.   Γκίμπρενα – Δασική περιοχή
19.   Γκιρένια (Αναβρυκά) – Αγροτική περιοχή
20.   Γκιρτζή (Αυγό) – Αγροτική περιοχή
21.   Τ’ Γκουβέντα Βρύσ’ – Συνοικία στο Σουφλί
22.   Τ’ Γκουτζιού του πλάι (Πεύκα) – Αγροτική περιοχή
23.   Διαβόλ’ (Γαλαζόπετρα) – Αγροτική περιοχή
24.   Δούκα – Αγροτική περιοχή
25.   Ζέρβα αντασί – Αγροτική περιοχή ανατολικά του Σουφλίου
26.   Καβάκ’ = Συνοικία του Σουφλίου
27.   Καζάνια – Αγροτική περιοχή
28.   Τ’ Κακαλή του Ρέμα – Αγροτική περιοχή δυτικά του Σουφλίου
29.   Κακοσούλι – Συνοικία στο Σουφλί
30.   Κακουμάνι – Αγροτική περιοχή
31.   Καλαϊτζή – Αγροτική περιοχή
32.   Καναρά ντερέ – Αγροτική περιοχή βόρεια
33.   Κανόν’ – Τοποθεσία βόρεια
34.   Τς Καντίνας Βρυσ’ (Παλιόβρυση) –Αγροτική περιοχή
35.   Καμίνια – Δασική περιοχή
36.   Καρδαράς – Αγροτική περιοχή
37.   Καρκατσιλιά – Η επάνω γειτονιά του Σουφλίου
38.   Καράτεπες – Δασική περιοχή
39.   Κατσ’βέλα – Αγροτική περιοχή
40.   Τ’ Κακουμάν’ – Αγροτική περιοχή δυτικά
41.   Κατραντζίδις – Δασική περιοχή
42.   Τ’ Κατσιάφα του κιραμαριό – Αγροτική περιοχή
43.   Κεραμαριά – Τοποθεσία ανατολικά
44.   Κιόϊντερε (Παράδεισος) – Αγροτική περιοχή βόρεια
45.   Κούμια – Αγροτική περιοχή
46.   Κούτκα Μπαχτσιάς – Αγροτική περιοχή
47.   Κούτσουρο – Συνοικία του Σουφλίου
48.   Κουσίνια (Φτερωτή) – Αγροτική περιοχή δυτικά
49.   Λαγόγυρους – Αγροτική περιοχή
50.   Τ’ Λόλα τ’ Αμπέλ’ – Τοποθεσία βόρεια
51.   Μάντηλ’ – Αγροτική περιοχή δυτικά
52.   Μαντρούδα – Συνοικία του Σουφλίου
53.   Μανίτσα – Αγροτική περιοχή
54.   Τ’ Μαρίν’ βρύσ’ – Τοποθεσία στην αρχή της σημερινής οδού Αγίου Γεωργίου
55.   Μαργαζή – Συνοικία
56.   Μαρτσούδα – Λίμνη δυτικά του Σουφλίου
57.   Τ’ Μανάβ’ μύλους – Τοποθεσία
58.   Μιράδις – Αγροτική τοποθεσία
59.   Μισιλίμ (Ζευγάρι) – Ύψωμα δυτικά
60.   Μισιά – Αγροτική περιοχή
61.   Μισουχώρ’ (Μεσοχώρι) – Πλατεία του Σουφλίου
62.   Τ’ Μπαντιάν’ Καλύβα – τοποθεσία βόρεια
63.   Μπαμπουχώραφα – Αγροτική περιοχή
64.   Μπαμπούρις (Καρυδότροπος) – Αγροτική περιοχή δυτικά
65.   Μπραχάμ’ (Κισσός) – Αγροτική περιοχή
66.   Μουλιάκ’ καβάκια – Αγροτική περιοχή
67.   Μπόκογλου τσιούκα – Περιοχή Νότιο-δυτικά του Σουφλίου
68.   Μούρσα – Αγροτική περιοχή
69.   Μοίρις – Αγροτική περιοχή
70.   Μυδαλιά – Αγροτική περιοχή
71.   Τ’ Ντακ’ του Ρέμα (Βαθύλακκος) – Χείμαρρος νότια του Σουφλίου 
72.   Ντα τεπές – Δασική περιοχή
73.   Νταούλα του πηγάδ’ (πηγές) – Αγροτική τοποθεσία
74.   Ντιρισμάκ’ – Αγροτική τοποθεσία
75.   Ντιστιμπάκ’ – Αγροτική περιοχή, παλιός οικισμός
76.   Ντουμπράβα – Αγροτική περιοχή
77.   Ξ’κ’ – Στενό βόρεια του Σουφλίου
78.   Τ’ ξυπόλτου τ’ αμπέλ’ – Αγροτική περιοχή βόρεια
79.   Τ’ Παλαβούζ’ μύλους – Αγροτική περιοχή ανατολικά
80.   Παλιόκαστρο – Αγροτική περιοχή βόρεια
81.   Παλιουχώραφα – Αγροτική περιοχή
82.   Τ’ Πατίκα του πηγάδ’ – Αγροτική περιοχή
83.   Τ’ Πατσιά του κουρί (Παλιόδενδρα) – Αγροτική περιοχή
84.   Πηγαδούλια – Αγροτική περιοχή βόρεια
85.   Ράτσιουβα – Αγροτική πεδινή περιοχή ανατολικά
86.   Σαλίμ αντάς – Αγροτική περιοχή Β.Α.
87.   Σιαλαρές – Αγροτική περιοχή Ν.Δ.
88.   Σαρ’ καγιά – Αγροτική περιοχή Ν.Δ.
89.   Σαρμπνάρ’ – Πλατεία του Σουφλίου
90.   Σεχ – Παλιά συνοικία του Σουφλίου
91.   Σιούρδου – Αγροτική περιοχή Ν.Α.
92.   Σκάλα – Αγροτική περιοχή ανατολικά
93.   Ταουσιάν τεπές – Δασική περιοχή δυτικά
94.   Τρανή πέτρα – Τοποθεσία
95.   Τρανό ρέμα – Χείμαρρος
96.   Τ’ Τρίγκα του ρέμα – Περιοχή βόρεια του Σουφλίου
97.   Τσιαϊρια – Αγροτική περιοχή
98.   Τ’ Τσιγκέλ αγρουμπαχτσιάς – Αγροτική περιοχή ανατολικά
99.   Τσίρλα – Αγροτική περιοχή Ν.Α.
100.                        Τζιάτζιου (Ερημιά) – Αγροτική περιοχή
101.                        Κέστια – Αγροτική περιοχή Β.Δ.
102.                        Χότζια αντάς – Αγροτική περιοχή
103.                        Τσιούκα – Λόφος, γειτονιά του Σουφλίου
104.                        Αγράδις – Αγροτική περιοχή
105.                        Αγρουκάβακα – Αγροτική περιοχή
106.                        Γκιόλια – Αγροτική πεδινή περιοχή
107.                        Καλπάκα του πηγάδ’ – Αγροτική περιοχή
108.                        Κεραμαριά – Αγροτική πεδινή περιοχή
109.                        Παλιόστρατα – Συνοικία του Σουφλίου
110.                        Σουμάκα – Συνοικία του Σουφλίου
111.                        Στρατώνες – Συνοικία του Σουφλίου
112.                        Τσιμινούδια – Αγροτική περιοχή
113.                        Τ’ Χατζηθανάσ’ του πηγάδ’ – Αγροτική περιοχή
114.                        Χιλιόδεντρα – Δασική πεδινή περιοχή

Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Το έθιμο του Κιοπέκ - Μπέη στο Σουφλί την δεκαετία του 1930 - του Ζήση Φυλλαρίδη


Από τις πρώτες πρωινές ώρες της Καθαράς Δευτέρας ένας άνδρας θα φορούσε την πατροπαράδοτη αμφίεση του που αποτελούνταν από την προβιά και τις πάμπολλες κουδούνες του, και στο τέλος θα έβαζε και την μάσκα του. Από πίσω θα ακολουθούσε και το κοπάδι του, το ίδιο απίθανα μασκαρεμένο ζωόμορφα. Ήταν ο Κιοπέκ - Μπέης. Άλλοτε έβαφε τα μούτρα του με καπνιά και στάχτη, ενώ θα πρόσθετε και μια τραγίσια γενειάδα. Στο κεφάλι του θα φορούσε και μια χάρτινη κορώνα που μάλλον διακωμωδούσε το βασιλικό στέμμα. Στο ένα το χέρι του κρατούσε το «τοπούζι», ένα μακρύ ματσούκι που στρογγύλευε στην άκρη και συμβόλιζε το σκήπτρο. Στο άλλο χέρι κρατούσε μια «γκρατσούνα» (νεροκολοκύθα), που παρίστανε το τσιμπούκι του και καμώνονταν πως το κάπνιζε θεριακλίδικα. Άλλοτε έπαιρνε στα χέρια του και το «καλέμι», τον κονδυλοφόρο του, κι θα έκανε πως τάχα μ’ αυτόν έγραφε το πεπρωμένο των ανθρώπων, ενώ τον βουτούσε κωμικά στον πισινό του γαϊδάρου που έσερνε τ’ αμάξι του. 

Ως αρχηγός του μπουλουκιού του θα συγκέντρωνε στην Αγελαδαριά την «σκυλοπαρέα» του, και επάνω σε ένα δίτροχο αμάξι θα ξεχύνονταν με τα βροντερά γέλια και τα χάχανα τους στα σοκάκια και στις αστριχιές του Σουφλίου. Τα νταούλια και οι γκάιντες θα άνοιγαν αυτό το ξέφρενο πανηγύρι με τους εορταστικούς τους σκοπούς. Στο δρόμο ο Κιοπέκ – Μπέης χόρευε, τραγουδούσε, αστειευόταν, και έκανε άσεμνες χειρονομίες, ενώ δεν έλειπε και η πιπεράτη ελευθεροστομία του.  Κάποτε θα σταματούσε και σε καμιά αυλή και θα ευχόταν: «Καλά σπουρίδια», «Καλά μπαμπάκια», «Τ’ Αβραάμ κι τ’ Ισαάκ τα καλά να σας δωσ’ ο Θεός».

Οι γυναίκες θα τον περίμεναν έχοντας συγυρίσει η κάθε μια το σπιτικό της, γιατί υπάρχει πάντα ο φόβος αυτός ο σκυλαφέντης να βρει κανένα κουσούρι στο νοικοκυριό της και να την ρεζιλέψει σ’ όλη τη γειτονιά. Όταν ο Κιοπέκ – Μπέης ερχόταν σε ένα σπίτι, έπρεπε να τον φιλέψουν πλουσιοπάροχα και με το «κατά δύναμιν», κρασί, λουκάνικα, αυγά, τυρί, και ότι άλλο χορταστικό υπήρχε εκεί. Καμιά φορά ο Κιοπέκ – Μπέης συναντούσε κανέναν μέσα στα σοκάκια και τον περνούσε από μία κωμική και παράξενη δίκη, όπου ο «άτυχος» περαστικός θα άκουγε ότι έκανε όλο το χρόνο!

Μετά η όλη σκηνή θα άλλαζε και θα ερχόταν το δεύτερο μέρος της γιορτής. Τώρα πια η συνοδεία του Κιοπέκ – Μπέη θα ήταν ένας σκύλος. Έξαλλοι και εξαγριωμένοι οι συνοδοί του σκυλαφέντη θα κυνηγούσαν με τα δικράνια και τα αγροτικά τους εργαλεία τον σκύλο και θα τον έδιωχναν μακριά φωνάζοντας: «Τσιάταλος! Τσιάταλος!». Ο σκύλος συμβόλιζε το κακό και το μίασμα, και με τον τρόπο αυτό έδιωχναν συμβολικά την κακοτυχία από την πόλη και από τους αγρούς.  

Λίγο αργότερα ο Κιοπέκ – Μπέης θα ξανάρχονταν στην πλατεία του χωριού, στο μέρος εκείνο απ’ όπου ξεκινούσε το πρωί. Εκεί θα έπαιρνε ένα αλέτρι και θα μιμούνταν την κίνηση του οργώματος. Θα έσπερνε διάφορους καρπούς, σιτάρι, κριθάρι και μπαμπάκι, ενώ θα έδινε ευχές με ιδιαίτερη αθυροστομία. Με αστεία, πηδήματα, και χειρονομίες, θα αποτεινόταν πότε στους άντρες και πότε στις γυναίκες, πειράζοντας τους. «Ν’ αξαίνουν τα καρύδια του μπαμπακιού θαν τα κουλιά σας». «Ν’ ανοίξουν τα μπαμπάκια θαν τ’ αυτά σας». Ο κόσμος για αρκετή ώρα θα χαχάνιζε και θα γλεντούσε ξέφρενα κι ο σκυλαφέντης τελικά με τη δύση του ηλίου θα οδηγούνταν σε ένα ύψωμα. Από εκεί θα τον αναποδογύριζαν από το δίτροχο αμάξι του, ενώ την ίδια στιγμή θα έβαζαν φωτιά στο χάρτινο στέμμα του. Τότε ο Κιοπέκ – Μπέης θα έκανε τον σκοτωμένο, αλλά σε λίγο και πάλι θα σηκώνονταν δείχνοντας πως αναστήθηκε. Θα έσβηνε γρήγορα τη φωτιά και καλοπροαίρετα θα εύχονταν: «Καλά μπερεκέτια», «Καλά μαξούλια», «Και του χρόνου». 

Το βράδυ θα ακολουθούσε ένα ξέφρενο γλέντι. Τα χρήματα και τα φαγώσιμα θα ξοδεύονταν στην κοινή συνεστίαση όλου του θιάσου και των πιστών του εθίμου.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο Κώστας Θρακιώτης στο βιβλίο του «Λαϊκή πίστη & λατρεία στη Θράκη»  το έθιμο αυτό πραγματοποιούνταν στο Σουφλί ακάθεκτα μέχρι το 1913, ενώ υπήρχε και κάποια ιεραρχία ανάμεσα στους τελεστές του εθίμου οι οποίοι ήσαν κατά παράδοση αγρότες. Όπως αναφέρει, βασικοί τελεστές του εθίμου εκείνη την εποχή ήταν ο γερό-Γκουντιάκας και ο γερό-Γκουβέντας, οι οποίοι με ευλάβεια φυλούσαν τα «παλαιικά αντέτια», δηλαδή τα πατροπαράδοτα έθιμα. Για το έθιμο αυτό τους στηλίτευε, λέει, από άμβωνος ο αρχιμανδρίτης Γερμανός το 1909, ωστόσο αυτοί συνέχισαν να το τελούν μέχρι το 1913, οπότε και οι Σουφλιώτες έφυγαν ως πρόσφυγες λόγω της Βουλγαρικής κατοχής. Το έθιμο συνέχισε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930, και τελευταίος τελεστής του υπήρξε ο Αλέκος Γκιούρντας. Ο ίδιος ανέφερε στον Κώστα Θρακιώτη πως το αγροτικό αυτό έθιμο άρχισε να φαίνεται στα μάτια της νεολαίας ως ξεπερασμένο και σιγά-σιγά άρχισε να εξαλείφεται.


*Το κείμενο προέρχεται από το υπό έκδοση βιβλίο "Λαϊκές παραδόσεις & δοξασίες του Σουφλίου" του Ζήση Φυλλαρίδη

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2013

Μια σπάνια φωτογραφία του Σουφλίου στο ιστορικό λεύκωμα της Βουλής των Ελλήνων


Μια σπάνια ιστορική φωτογραφία από το Σουφλί κοσμεί το εξαίρετο ιστορικό - φωτογραφικό λεύκωμα που εξέδωσε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων με αφορμή την έκθεση φωτογραφίας που πραγματοποιήθηκε στο Κοινοβούλιο με θέμα Το «Άγνωστο μέτωπο των Βαλκανικών Πολέμων: Η διοικητική ενσωμάτωση των Νέων Χωρών». Πρόκειται για την μοναδική φωτογραφία που υπάρχει από την Δημογεροντία Σουφλίου, στην πρώτη επίσημη της συνεδρίαση μετά την απελευθέρωση της Θράκης, και συγκεκριμένα στην συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 1921. Επίσης, η εν λόγω φωτογραφία επιλέχθηκε μεταξύ άλλων για να κοσμήσει την έκθεση φωτογραφιών της Βουλής. Η φωτογραφία αυτή είναι η μοναδική στο είδος της που σώζεται σήμερα, και προέρχεται από ιστορικό λεύκωμα «Μνήμες Σουφλίου» του Ζήση Φυλλαρίδη.